Φτάσαμε στις μακρινές Ινδίες,
[Ιούνιο χίλια εννιακόσια-εξήντα,
με το τζενεραλάδικο του Ροδίτη καπτα Γκότση
[το σαπιοκάραβο το "Φρίντα",
μολήσαμε τα ρυμουλκά και δέσαμε
[κουτούκι πρόσθετο στη μπίντα.
Στις 5 σχολάσαμε και πάμε εξόδου η πιτσιρικαρία,
[θάμασταν κάπου πεντέξη.
Ήμουνα στα δεκαεπτά, μα έλεγα δεκαοκτώ,
[όμως φαινόμουνα θάλεγα για δεκαέξη,και ο στραβαδιπρωτόμπαρκος
[μεγάλη 'χα μέσα μου χαρά,
που πάγαινα εξωτερικό και θα πατούσα
[άγνωστη, ξένη γη πρώτη φορά.
Βομβάη λεγότανε λησμόνησα να πω
[το άγνωστο σε μένα εκείνο πόρτο...
Μετά απ' τη μουτζούρα της δουλειάς,
[μ' όλο της λιμανο-προετοιμασίας τον φόρτο,
γραμμή τραβάμε όπως είπα, μικροί μεγάλοι,
[στη πόλη λίγο για να... ευθυμήσουμε,
αλλά συνέβη το εντελώς αντίθετο,
[γιατί όπως θα δεις θα την πατήσουμε !
Ζητιάνοι μάτσο.. περίσσεια η δυστυχία
[σε γέρους, νέους, μα και .. μαρίδα,
μια φτώχεια που ομολογώ σε άλλο μέρος
[στα χρόνια πούρθαν, ουδέποτε είδα..
Στης πόλης μέσα τη σκόνη, τη τσίκνα
[και τη θορυβώδη αντάρα,
πολλοί μας ζήταγαν ρουμπίες,
[άλλοι δυό τρία τσιγάρα,
κάναμε χάζι τις χαμηλοπαράγκες
[με τις μπουγαδοαπλωμένες φορεσιές
τα στενά δρομάκια με κουτσούβελα
[γεμάτα, να παίζουνε με δυνατές φωνές.
Δευτεροτριόροφα παλιά και προχειροκτίσματα,
[οι γειτονιές κάργα στις μυρωδιές
με φράιντ-ράις* των μικροπωλητών στο σουκ* *τηγ. ρύζι *αγορά
[στις αυτοσχέδιες ψησταριές.
Μέχρι τη διπλανή μάντρα πετιέται,
[δηλώνοντας πως κατουριέται,
ο Γιάννης... αλλά γυρνώντας απορεί
[γιατί μία γριά με φοκιλίκια τον καταριέται.
''Γι αυτό''..... του λένε ρε μ@@@@, δείχνοντας
[τον κατουρημένο της γριάς το τοίχο
ρίχνοντας του και άλλα μπινελίκια,
[που δεν είν' σωστό να τ' αναφέρω μες τον στίχο !
Όταν αρχίζει να νυχτώνει,
[η αμαξοποδηλατομοτοκίνηση αραιώνει,
κι όταν πια πέφτει το σκοτάδι
[αναγκαστικά οριστικά τελειώνει.
Ανθρώπους βλέπουμε νάρχονται...
[από παντού... ένα τεράστιο κοπάδι !
που ψάχνουν θέση καλή πάνω στην άσφαλτο
[να κοιμηθούν το βράδυ,
τυλιγμένα κρατάνε τα στρωσίδια τους,
[όπως οι υφασματέμποροι το τόπι...
"αυτά" που θα στρώσουνε στη λεωφόρο,
[κατάχαμα, να κοιμηθούν κατόπι.
Δεν πίστευα στα μάτια μου
[ακολουθάνε κι άλλοι..... κι άλλοι,
γεμίζει από ψυχές και δυστυχώς είναι αληθές,
[η λεωφόρος "γκώνει" κι ας είν' μεγάλη.
Παραμυθά, δικαιολογημένα ίσως με πείτε,
[μ' αυτό που είδα δεν ξεχνιέται,
φτώχεια πολύ και δυστυχία... "ζωή σκληρότερη
[κι απ' τα πλοία", ενώ καθένας μας συλλογιέται
πως έχει από εμάς πιο κολασμένους... στο καράβι μας
[τουλάχιστον έχουμε κρεββάτι... και ας κουνιέται !''
Κατηφείς ξεκατηφείς, τραβήξαμε για τις που@άνες
[κι άλλοι για τ' άλλο που ελεύθερα πουλιέται.
Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί 'κει κάτω,
[έχουνε τα μπου@δέλα ναμπεριασμένα
ρώτησα πόρνες και νταβάδες,
[κανείς το λόγο δεν ήξερε να πει σ' εμένα.
Όπως και νάχει, ο αμαξάς μας πήγε
[στο θρί-νάιν-τού* που είχε ευρωπαίες, *392
και γύρισε το μάτι όλων μας, των μπαρκαρούτσων,
[γιατί 'τανε ψηλομύτες μεν, μα γκόμενες ωραίες...

"Δεν είμαστε λέγαν, όποιες κι όποιες,
[κι ακριβοπληρωνόμαστε.. για έξτρα βρόμικες θωπείες,
αν θέτε φτηνά να πάτε αλλού,
['μείς παίρνουμε μόνο για το σορτάιμ χίλιες ρουμπίες
κι ότι δεν επιτρέπεται, κάνουμε για να βλέπετε,
[μόνες και μεταξύ μας...

Κέντρισαν την περιέργειά μας... άνοιξαν την όρεξή μας
[και αυτομάτως φύγανε όλες μας οι σκοτούρες.
Τα παίρνει ο Κασιώτης στο κρανίο: "Χίλιες ρουμπίες ?
[ρε, πάτε καλά ρε ? Τί λέτε ρε χα@ούρες ?
και δεν τον κό@ω καλύτερα
[να τόνε δώ@ω στα σκυλιά ?
δεν θα με πιάσουνε αυτές μ@@@@@...
[δεν δίνω εγώ τόσα πολλά !''

Του απαντάνε τα κορίτσια κοροϊδευτικά:
["Σιγά να μη θέλουμε τη δική σου"μπάμια !!"
κι από τα τρανταχτά τα γέλια των "ωραίων"
[μα και των πελατών, τρίζανε θαρρείς τα τζάμια...
Είχαμε μαζέψει αρκετά... ρουμπίες με την ουρά,
[από τσιγάρα που κάναμε κοντραμπάντο.
Καθώς στο πόρτο Ελληνικά καράβια ερχόντανε πολλά
[μέχρι τραγούδια με τρίο Μπελκάντο
είχανε στο μαγαζί, όπως και ούζο και ρακή,
[ακόμη και δίσκους με μπουζούκια βάζανε οι "ωραίες",
Απ' ένα πλοίο στο λιμάνι, ένα τεράστιο Ρο-Ρο
[πούταν κι αυτό Ελληνικό, ήρθανε άλλες δυό παρέες
Μπήκαν και δαύτοι στο "χορό του παζαριού",
[αλισβερίσι άγριο... χορός καταραμένων
αυτή η διαδικασία της ντροπής... δηλαδή πόσα
[η γκόμενα θα πάρει από πουγγιά χαρμανιασμένων.
Κάπου 'κεί... σε κάποια τέτοια καλντερίμια
[ξεκίνησα στα νιάτα μου τη ναυτική καριέρα,
...κάπως έτσι... με χάου ματς... κομπιέν... και κουάντο...?
[στις πληρωμένες αγκαλιές των κοριτσιών όπως κεί πέρα,
σε κάθε πόρτου τα κοκκινοφάναρα
[κακόφημα της αμαρτίας καταγώγια,
αντάμα με "κακοποιά στοιχεία" (όπως βαφτίσαν και εμάς)
[στα μισοφωτισμένα ισόγεια, ανώγεια ή κατώγεια.
'Δω που τα λέμε, παλιοί και νέοι συνάδελφοι
[μήπως πληρώνοντας κάθε φορά δεν ζούμε μία φρίκη ??
μία χωρίς συναίσθημα... ενοχική και ψυχοφθόρα
[του ναυτικού... μεγάλη καταδίκη,
να παζαρεύει... πόσο πάει... σα νάναι εμπόρευμα [ο έρωτας, η αγάπη... δηλαδή μιά αγάπη ιμιτασιόν
κι αν απ' όταν ακριβοσορταϊμίστηκε, το μόνο που θυμάται
[είναι το σεξυπροκλητικό χρώμα του δικού της κομπινεζόν,
και για κάποιες δυνατές ιστορίες πάθους στα πόρτα,
[από τις αξέχαστες τάχατες δικές του κατακτήσεις !
[είναι το σεξυπροκλητικό χρώμα του δικού της κομπινεζόν,
για μεγάλες αγάπες στους στεργιανούς θε να μιλάει,
["... σε κάθε λιμάνι κι άλλη", όπως επίσης,και για κάποιες δυνατές ιστορίες πάθους στα πόρτα,
[από τις αξέχαστες τάχατες δικές του κατακτήσεις !
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ
Στη Βομβάη... 60 χρόνια πριν, αυτά είδαμε, αυτά ζήσαμε...
[κι εύχομαι όπως τόσα άλλαξαν μέσα χρόνια
[να έσβησε η φτώχεια και να ευημερούν,
να μη δυστυχούν πια οι άνθρωποι εκεί….
[κι εκείνες της μιζέριας οι εποχές
[κι από μας κι απ' αυτούς να ξεχαστούν.
________________________________________________________________
Από το βιβλίο "Σπασμένος κάβος". βιωματικό έμμετρο έργο
του Οδυσσέα Ηβιλάγια No 113 / e-mail: pmataragas@yahoo.com /
Επιμέλεια - προσαρμογή κειμένων Cathy Rapakoulia Mataraga
___________________________________________________________________

(Πέστο σημείωση ή παρένθεση αυτό,
μα γι' όσους δεν ξέρουν θα το πω,
σ' όποιο λιμάνι κι αν βρεθείς,
σ' όποια γωνιά επί της γης,
Ελληνικό πλοίο θα δεις)
σπασμένος κάβος