Ο Αμοργιανός του Αχελώου
Aφού κατεβάσαμε τον ήλιο* και "κάναμε" υπολογισμό του στίγματος
[με τον Καπτάνιο στη γέφυρα το μεσημέρι.*
έκατσα να γράψω και τρισίλιο με τ' άλλα στόρια
[ο σιψάντης (προμηθευτής) για να μας φέρει,
καθώς για μέρες ξελιγωμένοι από την πείνα
[με κούτρουλο τις αποθήκες φτάναμε μεις στο πόρτο.
Πριν μιά βδομάδα είχαμε στείλει αίτημα να εφοδιαστούμε κάπου εκτάκτως
[στέλνοντας επείγον στα γραφεία ρεπόρτο
πως ο μα@@κας ο Στούαρ δεν είχε ίχνος προμήθειες
[λόγω βλακείας, κι από φαγώσιμα είχαμε μείνει.
Άσχετος βραδύνους και ψιλικατζής, ηλιθιο-υπολόγισε για 40ήμερο ταξίδι
[τα τρόφιμα που θα χρειαζόμασταν έχοντας την ευθύνη,
κι αφού τον κατάχ@σε ο καπετάνιος... και χόρτασε τα μπινελίκια
[όλου του κόσμου..... μπαγκάζια μάζεψε στο πόρτο να του δίνει.
Μα καλά, του λέγανε ρε πού@@η, δεν ξανάγινε να φάμε, τις γαλέτες διάσωσης
[απ' τις σωσίβιες βάρκες, κι όπως κινδυνεύαμε από κατάσχεση,
δεν γινόταν να πιάσουμε πόρτο ενδιάμεσα για φαγώσιμα,[και τράβαγαν τα μαλλιά τους στα γραφεία για την κατάσταση,
Μας παρακάλεσαν, όλο το πλήρωμα, ν' αντέξουμε όπως-όπως,
[μέχρι να φτάσουμε τάζοντας μπόνους και στέλνοντας κρέατα και όσπρια.
Φτάσαμε καμιά φορά..... μα γκαντεμιά.... μ' όλο Ντεντ-σλόου
[μποτζιβολτάραμε απ' όξω, καθώς απ' την αγριεμένη Όστρια,
πλεούμενο.... δεν μπόραε να πλησιάσει κι όλο το πλήρωμα εκόνταε να σκάσει,
["δώθε ρε σείς θ' αφήσουμε τα κοκκαλά μας" λέγανε κάποιοι... όταν στο πλάι,
δαιμονισμένα, σταλμένο απ' τα γραφεία της εταιρείας
[της ανοικτής θαλάσσης ρυμουλκό, άρχισε να σφυράει
και σαν τα κοτόπουλα ζαλισμένοι, εξαντλημένοι, κατακουνημένοι, πεινασμένοι,[δέκα φορές πετάξαμε, και ξανά και πάλι μα πούουου.. να πιάσουν μες το χαμό βιλάι.
Με τα πολλά ο Αμοργιανός όπως και τότε στη θητεία στ' αρματαγωγό, με κυβερνήτη
[τον Παπαδάκη, δένει στη μέση του μια μπαρούμα και μες τη θάλασσα βουτάει !!
Λαλήσανε και μείνανε με στόματα να χάσκουν οι ρυμουλκαδόροι,
[μα τα κατάφερε ο Κυκλαδίτης ναυτικαράς, τους γάτζωσαν κι αυτόν και το σκοινί.
Τώρα όλων τα μάτια είναι στραμμένα στου ρυμουλκού τον καπετάνιο,
[που όντως με τα κύματα ένα αγώνα δίνει τιτάνιο, καθώς τον πάει μία εδώ μία εκεί
και πολεμάει να μας πλευρίσει, με κίνδυνο το σκάφος του να τσακίσει,
[κι όπως κάποια στιγμή τα ψιλοκαταφέρνει,
δυό σάκκους πετάει ψωμάκια στη πλημμυρισμένη από τα κύματα κουβέρτα
[παίρνει η θάλασσα τον ένα, μα με κίνδυνο ο μπόσης αρπά τον άλλο και τον φέρνει.
Την επομένη κομμάτι έπεσε ο καιρός και τέσσερα ρυμουλκά μ' ένα μεθοδικό πιλότο,
[θάλεγα σαν τον δικό μας καπταν Αντώνη Τζίρμπη στο Περαία, μας βάλανε στο λιμάνι
και επιτέλους φάγαμε ένα ζεστό σιχτήρ-πιλάφ αφιερωμένο στο σιχαμένο Στούαρ
[που τελικά δεν ήταν ηλίθιος μα πήγε να κάνει οικονομία στον πλοιοκτήτη το καραμάνι.
* Αφιερώνεται στο σημαιοφόρο Νίκο Βασιλόπουλο... φιλαράκι μου στα αρματαγωγά παλιά και μπαρκαρισμένο πια για πάντα στους ουρανούς.
______________________________________________________________________________
Από το βιβλίο "Σπασμένος κάβος". Βιωματικό έμμετρο έργο
του Οδυσσέα Ηβιλάγια Νο 62 / e-mail: pmataragas@yahoo.com
Επιμέλεια - προσαρμογή κειμένων Cathy Rapakoulia Mataraga
_______________________________________________________
σπασμένος κάβος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.