Για τα πληρωμένα χάδια,
πριν ακόμη
[πετάξουμε "βιλάγια",* *σχοινιά που δένουν το πλοία
η που@@να
[σε καρτέρι στη προβλήτα.
[παραξενεμένος είπα,
τότε... εκεί που όλα αρχίσαν
[λίγο μετά το πρώτο το ταξίδι,
με το "Αργολίς",
[του Ματαράγκα Αρχιμήδη,
ένα σαράβαλο, σκέτο σαπάκι,
που δεν βουλιάξαμε
[παραλιγάκι.
[θα τη γ@@@εις,
ότ' είσαι μάγκας να αποδείξεις,
και καμιά βλεννόρροια
[αν θα κολλήσεις,
καθόλου να μην ανησυχήσεις
γιατί θα είναι.....
[το παράσημό σου !
Κείνον.....
[τον παλιό τον εαυτό σου,
όπως και....
[τον ρομαντισμό σου,
τους άφησες,
[στου Πειραιά τον ντόκο,
και άκου δω,
[στραβάδι, στόκο,
στο γραφείο που....
[πρόθυμα θα υπογράφεις,
πως στο καράβι [γουστάρεις νάρθεις,
αυτή η τζίφρα σου
[θάναι και καταδίκη,
και τη ζωή σου υποθήκη,
εκεί θα βάζεις
[εσύ για πάντα.
Θα κοιμηθείς σε λαμαρίνα
[και ενίοτε σε μπράντα.
Θα πιείς της βαπορέτας,
[τ' απεσταγμένο το νερό,
πολλές φορές[σε χρώμα καφέ θολό,
και τύπους θα συναναστραφείς,
[που δεν θα έχουνε, όσιο και ιερό.
Βόδι θα τρώς κατεψυγμένο 30 ετών,
[αφού όργωσε όλη τη νότια αμερική.
και μη νομίζεις πως τούτο
[δική μου είναι υπερβολή,
ο λωποδυτο-σιψάντης θα φέρει,[από την αγορά ότι πιο σκάρτο βρει !
Το ματσακόνι θα είναι η μουσική σου,
που με τα χρόνια, αλλοίμονο,
[θ' αποζητά τ' αυτί σου,
και στα λιμάνια,
[σαν το καράβι θάναι δεμένο,
χωρίς συμμετοχή στα δρώμενα εσύ,
[γραμμάτιο θα νιώθεις ξοφλημένο
κι ακόμη χειρότερα...
[της "κοινωνίας το φτυσμένο".
Σε κάθε χώρα,
[σε κάθε που θα πηγαίνεις πόρτο,
η ζωή, θα λες...
[είναι των άλλων ρε γαμώτο,
γιατί θα τη βλέπεις δίπλα σου,[μα στην ουσία θάσαι μακριά,
θα είσαι "ο ξένος",
[αόρατος απ' όλους εκεί στην ξενιτειά,
και θα ξεγελάς τον εαυτό σου
[με περιθωριακό ενίοτε τρόπο,
είτε ρομαντζάροντας με τις που@@νες,
[είτε μπορεί και πίνοντας το χόρτο".
Σε όλα όσα οι μπαρκαρούτσοι
[μούπανε οι παλιοί, δίκιο φίλε μου είχαν
όλα βγήκανε σιγά-σιγά μπροστά μου
[στο πετσί μου τάνιωσα... επαληθευτήκαν.
Στα πόρτα, όταν καμία στην προβλήτα
[για εξυπηρέτηση, δεν περιμένει,
η διαδικασία είναι πάντα ίδια,
[και προκαθορισμένη,
κι ας πάμε για παράδειγμα,[στο Πόρτο Ορντάζ, Βενεζουέλα...
Φτάνοντας, θυμάμαι, γραμμή τραβήξαμε
[για τα μπου@@έλα.
Τεράστιες αίθουσες...
[θα τις έλεγες και σάλες
γεμάτες με γυναίκες...
[μικρές μα και μεγάλες,
κάπως ακαθορίστου ράτσας,[μα όπως και νάχει θυμίζανε Σπανιόλες....
Πηγαινοέρχονταν με λεκάνες...
[γριές τσατσάδες, διακριτικά μέσα σε όλες
απόμαχες απ' τη δύσκολη
[της "νύχτας τη δουλειά",
πού όταν δεν βρίσκουν ερωτο-ναύλους[σαν τα βαπόρια απενεργοποιούνται πιά.
Σπανιόλικοι ρυθμοί ακούγονται,
[που τους νοθεύουν ερωτοήχοι
από τα καμαράκια που κρύβουνε,[πίσω τους όλοι οι τοίχοι.
Γκαρσόνες ατσαλα-πρόχειρο-βαμμένες
[φέρνουνε κούμπα-λίμπρες και σερβέζες* *ρούμι και μπύρες
μισοελληνικά μας βρίζουνε γελώντας,
[παν' κι έρχονται τα μα@@κες και μπ@νέδες.
Υπονοούμενα και προστυχιές,
[συνέχεια οι κοπελιές πετάνε,
την προσοχή των σουρωμένων
[και καλά για να τραβάνε.
Η κάθε μιά θέλει τα πέσος σου,
[και αγωνιά να τη διαλέξεις,
μαζί της, στον αγοραίο έρωτα
[εσύ να ψευτοταξιδέψεις.
Μισοκρυμμένοι βέβαια
[και οι σκληροί νταβάδες
χειρονομούνε βρίζοντας
[ακόμη και τις τσατσάδες,
τα ίδια κάνουν και στη δικιά τους,
[το κατ' αυτούς εμπόρευμά τους
και άμα λάχει δείχνουν,
[κι αλλιώς τον τσαμπουκά τους.
Πιτσιρικάς μεν αλλά θαμώνας τακτικός,
[ο άβγαλτος 'κει πέρα,
και μην νομίζεις πως δεν ήμουνα[κι εγώ μιά μικρολέρα,
πήγαινα όπου... με πήγαινε
[του τσούρμου πάντα το κύμα,
λες κι ήμουνα των παλιών ναυτών
[θα έλεγα το χτήμα.
Κάποιοι πέφτανε
[και στην λεγόμενη τη παραμύθα
μα εγώ ούτε καν δοκίμασα...
[μα την αλήθεια,
όχι πως είμαι του κατηχητικού
[κάνα αθώο παπαδάκι,
χέστης μεγάλος ήμουνα.....[από μικρό παιδάκι,
και μόνο η ιδέα μ' έσκιαζε
[πώς θα "το μάθω",
και ότι η ζωή μου για τα καλά
[θα πήγαινε στον πάτο,
τελείως μούκοβε...[και τα δυό ποδάρια....
κι έτσι με της παραίσθησης
[δεν έπαιξα τα σημαδεμένα ζάρια,
απόφαση πήρα, από αυτά,
[μη καταπιώ ούτ' ένα χάπι.
Αμέσως.,.. στο πιτσιφύτιλο....
[σε χρόνο "ντετέ"* που λένε κάποιοι * γαλλ. En temps de technologie
άφηνα τέτοιες πλανεύτρες
[μυστικο-παρέες,
κι ας μου ψιθύριζαν και μ' έψηναν
[πως είναι τρέλα, είναι ωραίες,
κι ανεπανάληπτες οι στιγμές[της "παραμύθας".
Εκείνη λοιπόν τη μέρα εξόδου,
[σε κατάσταση ενώ 'ταν σκνίπας
πλακώθηκαν για τα καλά
[κι είδαμε ξεμαλλιάσματα και φάπες
στην σαλα-αίθουσα που λέγαμε, [με δυό από δαύτες.
Ένας απ' τους νταβάδες
[που ήτανε ώρα στη τσίτα,
νευροζοχαδιασμένος,
[κι αυτός σίγουρα πίτα,
ρίχνει δύο κλωτσιές
[και μία σβουριχτή σφαλιάρα
σε μια απ' τις συμπλεκόμενες[μια κοκαλιάρα,
και κείνη "υποτάχτηκε"
[γονατιστή συγνώμη ζητούσε η δόλια.
Υπήρχε τέτοιος "κόσμος",
[εδώ τον έμαθα, γιατί απ' τα Σεπόλια
[εσώκλειστος σε σχολή μία τετραετία,
έτσι για το πως συμπεριφέρονται
[στη τρυφερίτσα, η γνώμη μου ήταν αστεία.
Έτσι στο επεισόδιο με τον καυγά,
[έπαθα σοκ, γιατί ρε παιδιά ρωτούσα
κι ένιωθα της ζωής την αγριάδα,
[καθώς στα μάτια την κοιτούσα
από νωρίς όταν ξεκίνησα,
[απ' του Περάματος τη ράδα,* *αγκυροβόλιο
σαν πρωτοβγήκα, στραβάδι,
[με τα καράβια περατζάδα
κι όπως κυλάγανε τα χρόνια,
[η βαρβαρότητα, γινόνταν
και πιο απαίσια, καθώς,
[σιγά σιγά αποκαλυπτόταν
όλη η ασχήμια αυτού του κόσμου.
Στράφηκα σ' Αυτόν και είπα...
["Δύναμη Θεέ μου, δώσ’ μου"._____________________________
Από το βιβλίο "Σπασμένος κάβος", βιωματικό έμμετρο έργο
του Οδυσσέα Ηβιλάγια No 25/ e-mail: pmataragas@yahoo.com /
Επιμέλεια - προσαρμογή κειμένων Cathy Rapakoulia Mataraga
__________________________________________________
του Οδυσσέα Ηβιλάγια No 25/ e-mail: pmataragas@yahoo.com /
Επιμέλεια - προσαρμογή κειμένων Cathy Rapakoulia Mataraga
__________________________________________________
σπασμένος κάβος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.